ΔΙΑΠΟΙΜΑΝΣH

Ο ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΩΣ ΜΕΣΟ ΔΙΑΠΟΙΜΑΝΣΕΩΣ

Η πνευματική διακονία της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου με τον έντυπο λόγο

Ανακοίνωση σε πρόσφατο (28-30 Σεπτεμβρίου 2024) Διεθνές Συνέδριο
της Ι. Μητροπόλεως για τα 100 χρόνια της

Στάθης Κεκρίδης

Αναπληρωτής Καθηγητής

Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

Η Εκκλησία στη δισχιλιετή πορεία της δίδαξε έμπρακτα την πίστη της στην αθανασία του γραπτού λόγου, χειρογράφου παλαιότερα, εντύπου στα νεώτερα χρόνια. Υπήρξε τεχνουργός γραπτής μνήμης, ιστορικής και πολιτισμικής. Ιδιαίτερα σε καιρούς πνευματικής κρίσεως και θρυμματισμού των συνειδήσεων, το βιβλίο έρχεται να στηρίξει και να ευεργετήσει πολλαπλώς τον άνθρωπο. Το περιοδικό πάλι με ανανεούμενη συνεχώς, από την ακένωτη πηγή της επικαιρότητος, ύλη, αποτελεί ένα δίαυλο αέναης επικοινωνίας με συγκεκριμένο κοινό αναγνωστών, με το οποίο οι συνεργάτες  αποκτούν μια ιδιαίτερη, αμφίδρομη σχέση.

Η Μητρόπολη Φιλίππων στα πλαίσια της πνευματικής διακονίας της προς τον λαό της δικαιοδοσίας της, δημιούργησε σημαντική παράδοση, από της συστάσεώς της μέχρι σήμερα, στον τομέα του εντύπου λόγου, δηλαδή του εκκλησιαστικού τύπου. Όχι μόνο με την ενεργό και συνεχή παρουσία της στην εκδοτική δραστηριότητα της Εκκλησίας αλλά και διότι ανήκε στην ευάριθμη ομάδα των Μητροπόλεων εκείνων που διέθεταν επί σειρά ετών ιδιόκτητο τυπογραφείο, παρουσιάζοντας έτσι μια σπάνια για περιφερειακή Μητρόπολη αυτονομία λόγου και κοινωνικής παρεμβάσεως.

Από την ανασύστασή της ως «Μητρόπολη Καβάλλας και Νέστου» το 1924, υπό την εμπνευσμένη ποδηγεσία του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου Χατζησταύρου απέκτησε δικό της τυπογραφείο και επιδόθηκε με ζήλο στην έκδοση του «Αποστόλου Παύλου», ενός δεκαπενθήμερου «θρησκευτικού , ηθικού και κοινωνικού περιοδικού». Ο νεοτοποθετηθείς, με μετάθεση από τη Βέροια, Μητροπολίτης, διέθετε σημαντική εμπειρία στα δημοσιογραφικά και τυπογραφικά, αφού είχε διατελέσει αρχισυντάκτης και διευθυντής του περιοδικού «Ιερός Πολύκαρπος», που εκδιδόταν στη Σμύρνη από τον μετέπειτα εθνομάρτυρα Χρυσόστομο Καλαφάτη. Στη συνέχεια εξέδωσε τον «Άγγελο Φιλαδελφείας», ως Μητροπολίτης Φιλαδελφείας, και «Έφεσος» ως Μητροπολίτης Εφέσου. Παράλληλα ο Χρυσόστομος είχε χρηματίσει πρόεδρος της επιτροπής που εξέδιδε την «Εκκλησιαστική Αλήθεια», επίσημο όργανο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Επίσης ήταν και πρόεδρος της συντακτικής επιτροπής του πατριαρχικού επιστημονικού περιοδικού «Νέος Ποιμήν». Δεν ήταν λοιπόν δυνατό, από τη νέα θέση του να αγνοήσει τα αγαθά αποτελέσματα, που έχει για το λαό του Θεού ο έντυπος λόγος, ως συνεπίκουρος και συμπληρωματικός του προφορικού κηρύγματος και της κατηχήσεως στην Εκκλησία.

Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την ποιμαντορία της αρτιγενούς Μητροπόλεως Καβάλλας ο Χρυσόστομος είχε την έμπνευση και την πρωτοβουλία για την έκδοση του «Απ. Παύλου», επειδή πίστευε ότι «η Εκκλησία οφείλει να χρησιμοποιή και τον τύπον προς μετάδοσιν των χριστιανικών αληθειών εις τα μέλη της».

Ο προγραμματισμός και η απόφαση για την έκδοση πραγματοποιήθηκαν το 1925. Ο Μητροπολίτης έστειλε επιστολή στον πατριάρχη Βασίλειο Γ’, με την οποία ανακοίνωνε την απόφασή του να εκδόσει περιοδικό με την επωνυμία «Απόστολος Παύλος», ζητώντας την ευλογία του πατριαρχείου στο οποίο η νεοσύστατη Μητρόπολη, πέρα από την πνευματική σχέση, ανήκε και διοικητικά. Το πρώτο τεύχος κυκλοφορήθηκε στις 15 Μαρτίου 1925. Προτασσόταν το πατριαρχικό γράμμα, με το οποίο παρεχόταν η ευλογία της Σεπτής κορυφής της Ορθοδοξίας και εκφραζόταν η ευαρέσκεια της Μητρός Εκκλησίας. Η πρωτοβουλία του Μητροπολίτη βρήκε απήχηση στις ψυχές των κατοίκων της περιοχής. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι αρωγός στο εκδοτικό έργο της Μητροπόλεως ήρθε ένας Ισραηλίτης καπνέμπορος, ο Ερμαν Σπήρερ, ο οποίος με γενναία οικονομική χορηγία συνέβαλε αποφασιστικά στην έκδοση του περιοδικού. Γι’ αυτό όταν απεβίωσε στην Τεργέστη, στις 18 Μαρτίου 1927, το περιοδικό δημοσίευσε δισέλιδη νεκρολογία στην οποία εξυμνούνταν οι φιλάνθρωπες δραστηριότητες του Σμυρναίου αυτού Ισραηλίτη, που μετά την καταστροφή της Σμύρνης βρήκε καταφύγιο υπό την ελβετική σημαία και το μοιράστηκε με άλλους συμπολίτες του Ελληνες, οι οποίοι «παντοιοτρόπως ευεργετηθέντες διακάρδιον σήμερον αισθάνονται οδύνην επί τη προώρω απωλεία του».

Το περιοδικό κυκλοφορούσε ανά 15ήμερο, ήταν δεκαεξασέλιδο και χωρίς εξώφυλλο.   Το περιεχόμενό του συντονιζόταν με το ψυχολογικό κλίμα που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Σε μια κοινωνία με νωπές τις πληγές στον εθνικό κορμό αλλά και στέρεη την απόφαση για ανασυγκρότηση και κοινωνική αναδιοργάνωση, η Εκκλησία έδινε τον δικό της αγώνα. Οι υπεύθυνοι ποιμένες της γνώριζαν πολύ καλά, ότι καμμία εθνική και κοινωνική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να τελεσφορήσει, αν δεν συνοδεύεται από την αντίστοιχη πνευματική και ηθική θεμελίωση. Συνεργάτες του περιοδικού εκτός του μητροπολίτη ήσαν: ο πρωτοσύγκελος Κύριλλος Ζαχόπουλος, οι καθηγητές Διαμαντόπουλος και Κώτσηρας (χημικός), ο καθηγητής της Θεολογικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, ο Παναγ. Τρεμπέλας, ο καθηγητής της Χάλκης Βασ. Αντωνιάδης κ.ά. Ιδιαίτερα τιμητικό για το περιοδικό γεγονός υπήρξε η πρόσκληση, που απηύθυνε η Επιτροπή Ορθοδόξου Τύπου, για να εμφανισθεί στη διεθνή έκθεση Τύπου, που οργανώθηκε στην Κολωνία της Γερμανίας.

                                                            *

Ο διαδεχθείς τον Χρυσόστομο μακαριστός Μητροπολίτης Αλέξανδρος Καντώνης, μετέπειτα μητροπολίτης Περιστερίου, έμπειρος και αυτός περί την δημοσιογραφία, μόλις εγκαταστάθηκε στην Καβάλα, ως ένα από τα πρώτα μελήματά του θεώρησε τον Τύπο. Εξέδωσε το μηνιαίο περιοδικό «Το Φως» ως συνέχεια του ομώνυμου περιοδικού, που εξέδιδε στην Κωνσταντινούπολη μέχρι την εποχή των τουρκικών βανδαλισμών (1947-1955). Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1969, ήταν δεκαεξασέλιδο και πυκνογραμμένο, εκτυπωνόταν στο επανιδρυθέν τυπογραφείο της μητροπόλεως και δεν παρέλειπε να αναφερθεί ευφήμως και στην προσπάθεια του Χρυσοστόμου. Χάρασσε τη γραμμή πλεύσεως του νέου εκκλησιαστικού περιοδικού, που φιλοδοξούσε να αποτελέσει «εποικοδομητικόν όργανον χριστιανικής μορφώσεως της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου». Συνδεόταν άμεσα το νέο περιοδικό με την παράδοση της Μητροπόλεως αλλά και την προσωπική συμβολή του Μητροπολίτη, ο οποίος θεωρούσε τη δημοσιογραφία ως σημαντικό μέσο ασκήσεως ποιμαντικού έργου. Υποστήριζε χαρακτηριστικά ότι «το κήρυγμα απευθύνεται μόνο στον περιορισμένο αριθμό των εκκλησιαζομένων, ενώ η δημοσιογραφία στον ευρύτερο κύκλο των μη εκκλησιαζομένων»

Το περιοδικό διέθετε ειδική σελίδα για τους νέους, θέλοντας να δημιουργήσει ένα δίαυλο επικοινωνίας και ένα βήμα ελεύθερης εκφράσεως της νεολαίας. Τίτλος της σελίδας ήταν: Διάλογος με τους νέους. Πέραν αυτής φιλοξενούσε βιβλικά θέματα, εκλαϊκευμένες προσεγγίσεις πατερικών κειμένων, σχολιασμούς στην επικαιρότητα, εκκλησιαστικά χρονικά κ.λπ. Όλες οι δημοσιεύσεις προέρχονταν από το ντόπιο πνευματικό δυναμικό, κυρίως συνεργάτες της Μητροπόλεως, κληρικούς και λαϊκούς, χωρίς να παραλείπεται και η φιλοξενία της πνευματικής προσφοράς λογίων εκτός των ορίων της μητροπολιτικής περιφερείας.

                                                            *

Με την έλευση του τρίτου κατά σειρά Μητροπολίτη Προκοπίου (Τσακουμάκα) εγκαινιάσθηκε μια νέα περίοδος για τον εκκλησιαστικό τύπο, όχι μόνο της μητροπόλεώς μας αλλά ευρύτερα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Με ευδόκιμη υπηρεσία στον εκδοτικό τομέα κατά τη διάρκεια της θητείας του στη μητρόπολη Κορίνθου, αφού είχε την ευθύνη του περιοδικού και των εκδόσεων «Πνοή», αξιοποίησε κατά τον καλύτερο τρόπο τη συσσωρευμένη εμπειρία. Έτσι το νέο περιοδικό, με την επωνυμία «Παρουσία», καλαίσθητο, με εντυπωσιακά φιλοτεχνημένο εξώφυλλο, με συστηματικά κατανεμημένη ύλη, ποικιλμένη πάντοτε με φωτογραφικό υλικό από τα εκκλησιαστικά δρώμενα της περιοχής, απετέλεσε υπόδειγμα εκκλησιαστικού εντύπου, τόσο από άποψη εμφανίσεως όσο και από άποψη περιεχομένου. Πρωτοκυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1975 ως «μηνιαία εκκλησιαστική έκδοσις», σε 4.000 αντίτυπα και διανεμόταν δωρεάν, διότι όπως εξηγούσε ο μητροπολίτης «υποχρεωτικαί συνδρομαί εις έργα ιεραποστολής δεν επιβάλλονται». Δεν παρέλειπε βέβαια να υπενθυμίσει την ύπαρξη της εκδοτικής παραδόσεως στη μητρόπολη Φιλίππων με τις προσπάθειες του Χρυσοστόμου και του Αλεξάνδρου, αλλά και τις ιδιαιτερότητες της νέας. Από το 1980 προστέθηκε και ένα ένθετο τετρασέλιδο με τον τίτλο «Νεανική Παρουσία». Σκόπευε όχι μόνο να προκαλέσει ερεθίσματα για ένα γόνιμο προβληματισμό των νέων αλλά και να προσφέρει ένα βήμα ελεύθερης εκφράσεως των νέων με τη διαπραγμάτευση θεμάτων, που άμεσα τους ενδιέφεραν, ώστε να διατυπώνεται η γνώμη τους με υπευθυνότητα και ελευθερία. Μάλιστα σε εποχές δύσκολες για τη διανομή του χριστιανικού εντύπου στα σχολεία, η «Νεανική Παρουσία» διανεμόταν σε 2.000 μαθητές των Γυμνασίων και Λυκείων της μητροπολιτικής περιφερείας.  Υλοποιούνταν έτσι μια πνευματική προσπάθεια «από νέους για νέους», αφού μεγάλο μέρος της ύλης του ένθετου, γραφόταν από μαθητές του Λυκείου ή φοιτητές.

Σε μικρό χρονικό διάστημα η προοσπάθεια αυτή διευρύνθηκε με τον εγκαινιασμό σειράς εκδόσεων με τίτλο «Εκδόσεις Παρουσία». Ο Μητροπολίτης Προκόπιος είχε υπαινιχθεί την πρόθεσή του όταν έγραφε στην «Παρουσία»: Τρέφομεν βεβαίαν την ελπίδα ότι οι σκοποί μας θα ευοδωθούν και η εκδοτική δραστηριότης της Μητροπόλεώς μας θα διευρυνθεί έτσι, ώστε όχι μόνον το περιοδικόν αλλά και άλλαι χρήσιμοι και ωφέλιμαι εκδόσεις να προσφερθούν εις τους αναγνώστας μας. Το πρώτο βιβλίο γραμμένο από τον ομιλούντα ήταν αφιερωμένο στους νέους και είχε τίτλο «Νύξεις σε νεανικά θέματα». Κυκλοφόρησε στην Καβάλα το 1976. Ακολούθησε σειρά εκδόσεων με εποικοδομητικό περιεχόμενο, βιογραφικά, ιστορικά, θεολογικά ή και αυστηρώς επιστημονικά, που απετέλεσαν τη δεύτερη σειρά με γενικό τίτλο «Εκκλησία και Θεολογία». Όλα αυτά συνέβαλαν στην πνευματική εγρήγορση της περιοχής, αλλά και ευρύτερα ολοκλήρωσαν την ενεργό εκκλησιαστική συμμετοχή στο πολιτιστικό γίγνεσθαι του καιρού μας.

Με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Προκοπίου και σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μελετών της χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ) διοργανώθηκαν δυο σημαντικά για την τοπική ιστορία συνέδρια, οι επιστημονικές αναζητήσεις των οποίων αποτυπώθηκαν σε δυο πολυσέλιδους τόμους, αποτελώντας έγκυρα σημεία αναφοράς για τους ασχολούμενους με τα ιστορικά δρώμενα της περιοχής. Τέλος, υπό τη διεύθυνση και την οικονομική στήριξη του μητροπολίτη Προκοπίου, σε συνεργασία με τετραμελή επιτροπή καθηγητών πανεπιστημίου, εκδόθηκε και «ο Χριστιανός», μια τριμηνιαία, αμιγώς επιστημονική «Επιθεώρηση Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου».

Η παράδοση όμως της Μητροπόλεως Φ.Ν.Θ. με τον έντυπο λόγο συνεχίζεται και με τον τέταρτο κατά σειρά μητροπολίτη κ. Στέφανο με την έκδοση του διμηνιαίου περιοδικού «Ευχαριστία», την ετήσια έκδοση του ημερολογίου τσέπης, που εκδίδεται αδιάκοπα και το οποίο πέρα από την πρακτική του αξία, έχει και χαρακτήρα εποικοδομητικό, αφιερωμένο κατ’ έτος σε συγκεκριμένη θεματική. Την επιμέλεια της εκδόσεως επί σειρά ετών έχει ο πρώην ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Παύλος Κίτσος, νύν επίσκοπος Θεσπιών. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ευφήμως και η δίτομη πολυτελής έκδοση των ποιμαντορικών εγκυκλίων του μακαριστού Προκοπίου καθώς και οι ακολουθίες των εν Θάσω αγίων.

Όσα κατατίθενται συνοπτικά με την παρούσα ανακοίνωση σχετικά με τον εκκλησιαστικό Τύπο, ως συγχρόνου μέσου διαποιμάνσεως από την Εκκλησία, αποτελούν μέρος μόνο από την πνευματική δραστηριότητα της Αποστολικής Μητροπόλεώς μας και εγγράφονται στο ενεργητικό των τεσσάρων Μητροπολιτών, που κατά καιρούς ποίμαναν τον λαό της περιοχής μας. Των τριών πρώτων, ας είναι αιωνία η μνήμη. Του τετάρτου Μητροπολίτου κ. Στεφάνου είησαν πολλά τα έτη.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

  1. Αλεξάνδρου Μ. Σταυροπούλου, Εκκλησία και σύγχρονος κόσμος. Εντυπώσεις απὸ μία ελληνογαλλικὴ συνάντηση στην Κρήτη, Περιοδικό Ο Εφημέριος, 1983, σ. 176-179.

Μία Απάντηση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *