Ο ΘΕΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Του Σταύρου Ζουμπουλάκη
Από τον Στέφανο Χρ. Κουμαρόπουλο*
Η θρησκευτική δυνατότητα της «άθεης θρησκείας»
Το βιβλίο αυτό που κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 2002 από τις εκδόσεις του βιβλιοπωλείου της Εστίας έχει ως υπότιτλο «Δοκίμια για τη θρησκεία και την πολιτική». Πρόκειται για 10 κείμενα που δημοσιεύτηκαν κατά την 3ετία 1998-2000 στις εφημερίδες Καθημερινή και Αυγή, στο περ. Νέα Εστία. Το πρώτο κείμενο που δίνει και την ταυτότητα όλου του βιβλίου –και θα μας απασχολήσει κυρίως- αποτέλεσε την Εισαγωγή της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του Ζαν Ντανιέλ, «Ο Θεός είναι φανατικός;» (μετφρ. Ανδρ. Πανταζόπουλος, Εκδ. Πόλις, Αθήνα 1998).
Ομότιτλο άρθρο με τον τίτλο του βιβλίου «ο Θεός στην πόλη» του Καθηγητού κ. Σταυρόπουλου εμπεριέχεται στις σημειώσεις Αστικής Ποιμαντικής που έχετε παραλάβει. Εδώ όμως ο κ. Ζουμπουλάκης μας μιλάει για μια απουσία του Θεού και όχι για την παρουσία του. Ο Θεός του τίτλου είναι ο Θεός της Χριστιανικής Παράδοση και κυρίως της Ορθόδοξης Εκκλησίας και η πόλη είναι η σύγχρονη, ουδέτερη θρησκευτικά δημοκρατική κοινωνία της Ευρώπης, στην οποία η θρησκεία δεν καθορίζει πλέον τις αξίες και τον τρόπο ζωής. Μέσα από τα κείμενα του βιβλίου φαίνεται ότι ο συγγραφέας να προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις μεταξύ Θεού και μετανεωτερικής ελληνικής κοινωνίας.
Ασφαλώς μια αστική ποιμαντική θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη το πολιτικό κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο απευθύνει το μήνυμα της σωτηρίας. Πραγματικά και από προσωπικές μελέτες από στατιστικές που έχουν γίνει του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) -βλ. αναφορές παρακάτω- φαίνεται οι κάτοικοι των αστικών κέντρων να έχουν πιο χαλαρή θρησκευτική πίστη από αυτή των κατοίκων των αγροτικών περιοχών. Το βιβλίο αυτό στέφεται κατά της παραδεδομένης πίστης αλλά αυτό γίνεται με νηφαλιότητα, με επιχειρήματα ακόμη και με «θεολογικές» μελέτες. Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ο βαθύς σεβασμός του συγγραφέα απέναντι στον Χριστιανισμό και τις βιβλικές αξίες που εκπροσωπεί. Μάλιστα εκδηλώνει και την αγωνία του για την εξεύρεση τρόπου με τον οποίο οι αξίες του Χριστιανισμού και του Ευαγγελίου θα εξακολουθήσουν να απευθύνονται στους ανθρώπους και να συγκινούν υπαρξιακά.
Στο πρώτο δοκίμιο του («Ο Θεός επιστέφει στην Ευρώπη;») ο συγγραφέας επιχειρεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, όπως πιστεύει, για επιστροφή της Θρησκείας. Διατυπώνει το επιχείρημα ότι ουσιαστικά τα φαινόμενα απατούν, αφού πρόκειται για ένα νέο θρησκευτικό εφεύρημα της εποχής μας τη «θρησκευτική δυνατότητα άθεης θρησκείας», όπως γράφει.
Κατά τον συγγραφέα οι σημερινοί Ευρωπαίοι είτε δηλώνουν ότι πιστεύουν στο Θεό είτε ότι δεν πιστεύουν δεν διαφέρουν σε τίποτα, αφού η δήλωση αυτή δεν σημαίνει και δεν συνεπάγεται τίποτα για τον τρόπο ζωής τους. Το τέλος της θρησκείας στην Ευρώπη, στο οποίο φαίνεται σταθερά να επιμένει ο κ. Ζουμπουλάκης σε όλο του το βιβλίο, σημαίνει απλούστατα ότι για του περισσότερους ευρωπαίους ο Θεός δεν είναι πλέον αυτός που νοηματοδοτεί τη ζωή, η θρησκεία δεν καθορίζει τις αξίες της κοινωνίας και δεν δίνει περιεχόμενο στις ελπίδες και τις αγωνίες των ανθρώπων.
Ο σύγχρονος πολιτισμός, σύμφωνα με τα παραπάνω, αναπτύσσεται ερήμην του Θεού και της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν οργανώνει το χρόνο και το χώρο των ανθρώπων. Στις δύο αυτές διαπιστώσεις θα συμφωνήσω με τον συγγραφέα και θα φέρω δύο πρόσφατα παραδείγματα. Το πρώτο είναι η συζήτηση που ξεκίνησε για τη λειτουργία των καταστημάτων την Κυριακή. Η Κυριακή περισσότερο είναι μια μέρα απόδρασης, χαλάρωσης οικογενειακής θαλπωρής και λιγότερο μια μέρα αφιερωμένη στο Θεό σύμφωνα με χθεσινή έρευνα μεταξύ συμπατριωτών μας. Θα μπορούσαμε το ίδιο να πούμε και για τις ενορίες που έπαψαν πλέον να συμπεριλαμβάνονται στους εκλογικούς καταλόγους και αντικαταστάθηκαν με τα εκλογικά διαμερίσματα.
Οι χριστιανικές αξίες, που ο συγγραφέας αρέσκεται να τις ονομάζει βιβλικές, επιβιώνουν σήμερα μέσα από πολιτικούς αγώνες για ισότητα, υπεράσπιση των αδύναμων και κοινωνική πρόνοια.
Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν κατά τον συγγραφέα και φαινόμενα που συνηγορούν υπέρ της πλάγιας επιστροφής της θρησκείας.
- Ο πολιτικός ισλαμισμός. Το Ισλάμ σήμερα έχει οργανώσει μεγάλα κινήματα από την Τσετσενία μέχρι και την Αιθιοπία, προσωπικά θα πρόσθετα και την Τουρκία. Παράλληλα κάνει δυναμικά την εμφάνιση του και στην Ευρώπη μέσα από τις αναπτυσσόμενες μειονότητες των μωαμεθανών και μάλιστα με την μορφή του φονταμενταλισμού. (Το άρθρο γράφτηκε πριν το κτύπημα στους δίδυμους πύργους και τον τρόμο που σκόρπισαν οι «μαχητές του Ισλάμ»).
- Η μεγάλη επίδραση των θρησκευτικών αιρετικών ομάδων (σεχτών) που φτάνουν μέχρι τις ομαδικές αυτοκτονίες. Ακόμη ανησυχούν το συγγραφέα η διάδοση της παραψυχολογίας, της αστρολογίας, των εναλλακτικών θεραπειών αλλά και η εμφάνιση των νέων θρησκευτικών κινημάτων, όπως η Νέα εποχή (ως παράδειγμα της μαζικής απήχησης των κινημάτων αυτών αναφέρει την κινηματογραφική ταινία του Αλχημιστή, του Πάουλο Κοέλο και την τηλεοπτικής σειρά X-files).
- Η επιστροφή και ανάπτυξη του Χριστιανισμού στις πρώην κομμουνιστικές χώρες.
- Η δυναμική είσοδος στη Δύση του βουδισμού (2,5 εκατ. στην Ευρώπη και 5 εκατ. στην Αμερική).
Μπορεί να υπάρξει θρησκεία χωρίς Θεό; Ο κ. Ζουμπουλάκης απαντάει θετικά, φέρνοντας μας ως παράδειγμα την Πολωνία. Σ’ αυτή τη χώρα υπήρξε μαζική προσέλευση στην Εκκλησία πριν την πτώση του πολιτικού καθεστώτος επειδή σχετιζόταν με την αντίσταση κατά του καθεστώτος και μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος από ανάγκη για ανασυγκρότηση της εθνικής τους ταυτότητας. Σήμερα (κατά τον συγγραφέα) στην Πολωνία πολλοί λίγοι καταφεύγουν στις καθολικές εκκλησίες. Η θρησκεία χωρίς Θεό είναι το χαρακτηριστικότερο φαινόμενο, της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης πόλης.
Έρευνες για τη θρησκευτικότητα σήμερα
Στις επόμενες γραμμές θα αντιπαραβάλλω στοιχεία από δική μου μελέτη που αφενός μεν αποδεικνύουν ως αβάσιμη τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα σήμερα επιστροφή στο Θεό (σ. 51 2η παράγραφος) αφετέρου δε δικαιολογούν εν μέρει τη διαπίστωση του κ. Ζουμπουλάκη για τη δυνατότητα ύπαρξης μιας θρησκευτικότητας με χαλαρή δέσμευση, που υπηρετεί την ανάγκη των ατόμων για συλλογική ταυτότητα.
Στις μέρες μας όλες οι έρευνες διαπιστώνουν τη στροφή των νέων (και όχι μόνο) της Ελλάδας προς τη Θρησκεία. Σε έρευνα του 1997[1], όπου πολύ σημαντική θεωρούν τη θρησκεία το 54,7% των νέων. Το 1999 το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 69,8%.[2] Σε πιο πρόσφατη έρευνα οι νέοι μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης φαίνεται να θεωρούν τη θρησκεία σημαντικό παράγοντα για τη ζωή τους σε ποσοστό 82,5%.[3]
Ερευνώντας, λοιπόν κάποιος, σε βάθος την θρησκευτικότητα στη σύγχρονη Ελλάδα και την επιρροή που ασκεί διαπιστώνει το αντιφατικό γεγονός της συνύπαρξης της εκκοσμίκευσης και της θρησκευτικής αναγέννησης[4]. Κάτω από την επίδραση της νεωτερικότητας στον ελληνορθόδοξο χώρο φαίνεται να πληθαίνουν καθημερινά τα φαινόμενα ενός θρησκευτικού ατομικισμού. Σ’ αυτό τον τύπο της θρησκευτικότητας τα άτομα φαίνεται να διατηρούν μια χαλαρή δέσμευση με τα ουσιώδη δόγματα της θρησκείας τους και αναζητούν περισσότερο στη θρησκεία μια συλλογική ταυτότητα. Αυτή η εξατομικευμένη θρησκευτική έκφραση οδηγεί αρκετές φορές σε μια πίστη χωρίς Θεό ή χωρίς Εκκλησία[5]. Από την άποψη αυτή χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη μελέτη της «επιστροφής των θρησκειών» που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, ως φαινομένου της ύστερης νεωτερικότητας.[6] Η αντιπαραβολή των δύο παρακάτω πινάκων αποδεικνύει ότι αν και σήμερα στην Ελλάδα δηλώνουν ότι είναι Χριστιανοί (με τον παραδοσιακό ή τον πιο κριτικό τρόπο) πάνω από το 96%, σε βασικό δόγμα της Εκκλησίας για τη μεταθάνατον ζωή διαφωροποιούνται ακόμη και το 1/3 αυτών που Εκκλησιάζονται πολύ τακτικά.
Πίνακας α΄[7]: «Προσωπικά θα λέγατε ότι είστε…»
Πιστός Χριστιανός | 50,3% |
Χριστιανός από παράδοση | 25,5% |
Χριστιανός αλλά κριτικός απέναντι στην Εκκλησία | 20,1% |
Η θρησκεία δεν έχει κανένα ρόλο στη ζωή μου | 3,3% |
Άλλο/Δ.Γ./Δ.Α. | 0,8% |
Πίνακας β[8]΄: «Κατά τη γνώμη σας μετά θάνατο τι υπάρχει;»
Μια άλλη ζωή | 33,7%% |
Κάτι που δεν ξέρω τι ακριβώς είναι | 40,9% |
Τίποτα | 17,2% |
Δ.Γ./Δ.Α. | 8,2% |
Πίνακας 1: Εμπιστοσύνη σε θεσμούς[9]
(Στοιχεία Ευρωβαρομέτρου για Ελλάδα και Ευρωπαϊκός μέσος όρος)
ΕΛΛΑΔΑ | ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ | ||||
Εμπιστοσύνη | Έλλειψη εμπιστοσύνης | Εμπιστοσύνη | Έλλειψη εμπιστοσύνης | ||
1997 1999 | 1997 1999 | 1997 1999 | 1997 1999 | ||
Βουλή | 51% 38% | 45% 57% | 40% 41% | 48% 46% | |
Στρατός | 85% 86% | 13% 11% | 61% 63% | 27% 26% | |
Εκκλησία | 77% 81% | 21% 17% | 50% 50% | 38% 39% | |
Αστυνομία | 69% 61% | 29% 30% | 62% 62% | 31% 32% | |
Δικαιοσύνη | 63% 55% | 34% 42% | 43% 45% | 49% 46% | |
Τηλεόραση | 39% – | 60% – | 56% – | 39% – | |
Τύπος | 34% – | 63% – | 40% – | 54% – | |
Πίνακας 2: Συχνότητα Εκκλησιασμού Γενικού πληθυσμού 1985 [10]
Ελλάδα | Ιταλία | Ισπανία | Πορτογαλία | |
Ποτέ | 16,1 % | 23 % | 37,3 % | 29,5 % |
Μερικές φορές το χρόνο | 50,9 % | 32,9 % | 21,1 % | 24,7 % |
2-3 φορές το μήνα | 20,9 % | 16,8 % | 12,5 % | 11,9 % |
Κάθε Κυριακή ή συχνότερα | 12 % | 27 % | 28 % | 32,9 % |
Δεν απάντησαν | 0,1 % | 0,3 % | 1,1 % | 1 % |
Πίνακας 3: Συχνότητα Εκκλησιασμού γενικού πληθυσμού 1996[11]
Ποτέ | 8,8 % |
Μερικές φορές το χρόνο | 55,2 % |
2-3 φορές το μήνα | 22,9 % |
Κάθε Κυριακή ή συχνότερα | 12,9 % |
Δεν απάντησαν | 0,4 % |
Σε πανελλήνια έρευνα[12] μεταξύ νέων το 1997 έχουμε:
Πίνακας 4: Συχνότητα Εκκλησιασμού νέων 1997[13]
Ποτέ | 10,2 % |
Μερικές φόρες το χρόνο | 67,3 % |
2-3 φορές το μήνα | 17,8 % |
Κάθε Κυριακή ή συχνότερα | 3,1 % |
Δεν απάντησαν | 1% |
Πίνακας 5: Συχνότητα Εκκλησιασμού Μαθητών- Καθηγητών- Γονέων[14]
Μαθητές Γυμνασίου | Μαθητές Λυκείου | Καθηγητές | Γονείς | |
Κάθε Κυριακή ή συχνότερα | 9 % | 4,6% | 13,1% | 10,6% |
2 ή 3 φορές το μήνα | 28,7% | 12,2% | 15,4% | 20,6% |
Μερικές φορές το χρόνο | 45,7% | 55,8% | 47% | 46,1% |
Σπάνια | 14% | 19,9% | 17,9% | 17,7% |
Ποτέ | 2,7% | 7,5% | 6,6% | 5% |
Η πίστη στη σημερινή Ελλάδα
Σύμφωνα με τον κ. Ζουμπουλάκη (και σύμφωνα ως ένα σημείο και από τις προσωπικές διαπιστώσεις μου που σας εξέθεσα) σε πολλούς νεοέλληνες σήμερα η Ορθοδοξία είναι ένα αντικείμενο θαυμασμού, ως πολιτιστική παράδοση, εθνική ταυτότητα και κουλτούρα. Δεν είναι υπόθεση προσωπικής σχέσης με ένα Θεό που αποκαλύπτεται, δεσμεύει, υπόσχεται αλλά και απαιτεί. Δηλαδή αναγνωρίζουν την Ορθοδοξία ως μια θρησκεία χωρίς Θεό, ηθικές επιταγές και μεταφυσική κάλυψη. Η θρησκεία αυτή ή αν θέλετε και ο θεός αυτός στον οποίο φαίνεται να πιστεύουν αρκετοί είναι μια σύγχρονη έκφραση της ανάγκης για μια συλλογική ταυτότητα. Μάλιστα σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης όπως η σημερινή η θρησκεία αυτή εύκολα μπορεί να γίνει ακόμη και σημαία για να πολεμήσει κανείς τους εχθρούς (βλ. περίπτωση ισλαμικού φανατισμού). «Αν όμως τελικά, αναρωτιέται, αυτός είναι ο τρόπος που επιστρέφει ο Θεός στην Ευρώπη τελικά είναι μια revanche του Θεού ή μήπως του διαβόλου;»
Η συχνή καταφυγή των σύγχρονων δυτικών σε διαφόρων ειδών σέχτες εκφράζουν την τάση για θρησκευτικό ατομικισμό. Η τάση αυτή φαίνεται από την προσδοκία των οπαδών αυτών των ομάδων για θεραπεία. Θεραπεία όχι με την έννοια της θεραπείας των παθών και της επιδίωξης της αρετής και της αγιότητας. Κυρίως πηγαίνουν στις ομάδες αυτές για να νιώσουν ψυχική και σωματική ευεξία και ευφορία. Η θρησκεία σήμερα αμετάκλητα έχει γίνει ζήτημα προσωπικού γούστου. Μ’ αυτό το πνεύμα προσεγγίζουν στην Ευρώπη και Αμερική το βουδισμό και τη γιόγκα, έξω από κάθε θρησκευτική ή μεταφυσική αναζήτηση της αλήθειας.
Στο σημείο αυτό κάνει μια παρατήρηση, που ενδεχομένως ισχύει εν μέρει και πρέπει να προσεχθεί και από άποψη Ποιμαντική αλλά κυρίως, από άποψη Συμβουλευτικής Ποιμαντικής. Πιστεύει και στη δική μας κοινωνία το ρεύμα αυτό παρουσιάζεται ως μόδα με την καταφυγή στους γεροντάδες, τα μοναστήρια τις νηστείες. Η θρησκευτικότητα των σεχτών είναι ψυχολογική και πέραν των δογμάτων και της ηθικής. Στις ομάδες αυτές, που τελικά οδηγούν σε θρησκευτικές στρεβλώσεις, η ψυχολογική ταύτιση με τον αρχηγό, θρησκευτικό ηγέτη, είναι η μόνη θεραπευτική οδός.
Ως παράδειγμα ενός Θρησκευόμενου χωρίς Θεό ο Σταύρος Ζουμπουλάκης φέρνει ο Ζαν Ντανιέλ[15].
Ο κ. Ζουμπουλάκης φαίνεται να αποδέχεται την αρχή του κοσμικού, θρησκευτικά ουδέτερου δημοκρατικού κράτους, το οποίο αποδέχεται τα θρησκεύοντα άτομα όχι όμως τις Εκκλησίες ή τις κοινότητες. Στο δημοκρατικό κράτος της μετανεωτερικής εποχής η θρησκευτικότητα οφείλει να είναι ιδιωτική υπόθεση. Με την ευκαιρία του θέματος της αναγραφής του θρησκεύματος στις αστυνομικές μας ταυτότητες διαπιστώνει πως η Ορθοδοξία δεν μπορεί να βρει τον εαυτό της και το ρόλο της στη σύνδεση της με το έθνος κράτος. Οι εκπρόσωποι της όμως (εννοεί μάλλον την Ιερά Σύνοδο) καταλαμβάνονται από ανασφάλεια ακόμη και στη σκέψη για το διαζύγιο αυτό. Η Εκκλησία πρέπει, κατά τον Ζουμπουλάκη, να βρει μια νέα θέση και ένα νέο ρόλο στη σύγχρονη εποχή της νεωτερικότητας. Απαιτείται αποδοχή και συμφιλίωση με το κριτικό πνεύμα, την ελευθερία συνείδησης, τη διαπολιτιστική κοινωνία και το δημοκρατικό κράτος και την παγκόσμια επικοινωνία.
Ο ίδιος καταδικάζει ξενοφοβικά φαινόμενα που αρνούνται το κτίσιμο τζαμιού στην πόλη της Αθήνας, μοναδική Ευρωπαϊκή πόλη χωρίς τζαμί αλλά και τον αντισημιτισμό που έχει εισχωρήσει σε κάποια θρησκευτικά κείμενα.
Από την άλλη πλευρά καταδικάζει και την κριτική κάποιων «κουλτουριάδων» που αρνούνται να δουν τις αιτίες και τα μηνύματα των λαοσυνάξεων και των κινητοποιήσεων που οργάνωσε η Εκκλησία για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Στιγματίζει επίσης και το γεγονός ότι στο χώρο των Ορθόδοξων Εκκλησιών, έχει εισχωρήσει η αντίληψη για συνύπαρξη έθνους θρησκείας, γεγονός που δημιουργεί θρησκευτικούς και εθνικούς φανατισμούς. Στέκεται κριτικά απέναντι στον νεοεκλεγέντα τότε Αρχιεπίσκοπο (9/5/1998) χαρακτηρίζοντας τον λαϊκιστή και δημαγωγό.
Υπερασπίζει τις αξίες της βίβλου αλλά και τη μελέτη και την ερμηνεία της και όχι την παραθεώρησή της όπως κάνουν οι ορθόδοξοι θεολόγοι. Δικαιολογεί εν μέρει βέβαια αυτή την παραθεώρηση της βίβλου ως αντίδραση στις θρησκευτικές οργανώσεις που μέχρι πριν από λίγα χρόνια παραγκώνιζαν τους πατέρες και έκαναν μόνο αγιογραφικές συνάξεις. Οι βιβλικές μελέτες πρέπει να αναβαθμιστούν στη θεολογία και στην πνευματικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας σήμερα. Με το να αρνούνται οι ορθόδοξοι θεολόγοι τη βίβλο αρνούνται και την κριτική γνώση, την οποία απαιτεί μια σύγχρονη ερμηνευτική προσέγγιση αλλά και μια σύγχρονη ποιμαντική προσέγγιση των θεμάτων, θα προσέθετα.
Για το μάθημα των Θρησκευτικών υποστηρίζει την άποψη ότι με τον ομολογιακό κατηχητικό τρόπο διδασκαλίας, που είχε σχεδιασθεί στο παρελθόν, δεν μπορεί να διδάσκεται σήμερα. Προτείνει το βιβλικό μάθημα. Η βίβλος είναι η αφετηρία όλων των σημαντικών κοινωνικών, νομικών και πολιτικών επιτευγμάτων της Ευρώπης. Με την πρόταση αυτή και με κάποια στοιχεία ο συγγραφέας πιστεύει ότι διασφαλίζει την καθολική μορφωτική αξία του μαθήματος. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε, προτείνει, να εξακολουθήσει να διδάσκεται νόμιμα και χωρίς να μετατραπεί σε θρησκειολογικό ή να κινδυνεύει να γίνει επιλεγόμενο ή ακόμη και να εξοριστεί τελείως από το Σχολείο[16].
* Η παρουσίαση αυτή έγινε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού μαθήματος «Ποιμαντική Θεολογία», του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Ποιμαντικής Θεολογίας και Αγωγής (και ειδικότερα στα πλαίσια της ενότητας Αστική Ποιμαντική) στις 23 Ιανουαρίου 2003, μετά από πρόσκληση του Καθηγητού κ. Α. Μ. Σταυρόπουλου. Τον ευχαριστώ για την τιμητική πρόσκληση.
[1] Βλ. V-PRC 1997Ινστιτούτου V-Project Research Consulting, Πανελλήνια Έρευνα και περιλάμβανε 1600 νέους 15-29 ετών. Χρόνος διεξαγωγής έρευνας 6-10 έως 11-11-1997. Η έρευνα έγινε με ανάθεση της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς και η μέθοδος ήταν ποσοτική. Βλ. Εφημερίδα «Τα Νέα» 14/11/1997 σ. 22-23. Αρκετά στοιχεία για την έρευνα δημοσιεύονται στο περ. Δρώμενα Νοέμβριος 1997 σ.1-13.
[2] V-PRC 1999 Ινστιτούτου V-Project Research Consulting, «Αξίες αντιλήψεις και στάσεις στη σημερινή Ελλάδα», χρόνος διεξαγωγής έρευνας 21-10-1999 έως και 12-11-1999, σε 1600 νέους από όλοι τη χώρα ηλικίας 15-29 ετών. Η έρευνα έγινε με ανάθεση της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς και η μέθοδος ήταν ποσοτική. Οι σχετικές πληροφορίες για την έρευνα αυτή ελήφθησαν από το δικτυακό τόπο: www.v-prc.gr.
[3] Θεωρούν «τη θρησκεία σημαντικό παράγοντα για τη ζωή» οι μαθητές του Γυμνασίου σε ποσοστό 88% και οι μαθητές του Λυκείου σε ποσοστό 77%, Ινστιτούτου Πολιτικής Κοινωνιολογίας (Ι.Π.Κ.) του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.) 2000 «Έθνος και Δημοκρατία στην Ελληνική Εκπαίδευση». Πρόκειται για Πανελλήνια Έρευνα, που διενεργήθηκε το Μάιο του 1999, σε 1200 μαθητές, 397 καθηγητές και 816 γονείς, για λογαριασμό του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων στα πλαίσια προγράμματος ΕΠΕΑΕΚ. Επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας ήταν ο Καθηγητής Δ. Χαραλάμπης και συντονιστής ο κ. Π. Καφετζής. Ευχαριστούμε το Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνιολογίας του Ε.Κ.Κ.Ε. και τον επιστηνονικό υπεύθυνο της έρευνας για την ευγενική παραχώρηση των στοιχείων πριν τη δημοσίευση τους. Η συγκεκριμένη παραπομπή από τον τόμο Α΄ σ. 41-42 και 216-218. Επίσης από το Παράρτημα Ι (της ίδιας έρευνας) Πίνακας 1,5.
[4] Β. Γεωργιάδου – Ηλ. Νικολακόπουλου, Τύποι θρησκευτικής δέσμευσης, εκκλησιαστική πρακτική και πολιτικές προτιμήσεις. Μια εμπειρική ανάλυση, στο συλλογικό τόμο Θρησκείες και Πολιτική στη νεωτερικότητα, Θ. Λίποβατς – Ν. Δεμερτζής – Β. Γεωργιάδου (επιμέλεια), Εκδ. Κριτική, Αθήνα 2002, σσ. 254-279. Ευχαριστώ τον Αναπληρωτή Καθηγητή κ. Εμμανουήλ Περσελή, ο οποίος μου συνέστησε το παραπάνω βιβλίο, ως μέλος της Τριμελούς Επιτροπής του διδακτορικού μου.
[5] Βλ. Σχετικά με το θέμα βλ. Στ. Ζουμπουλάκη, «Ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη; Δοκίμιο για τη θρησκευτική δυνατότητα άθεης θρησκείας Εισαγωγή στο Ζ. Ντάνιελ, Ο Θεός είναι φανατικός; Δοκίμιο για τη θρησκευτική ανικανότητα του πιστεύειν, Πόλις Αθήνα 1998, σ. 36.
[6] Β. Γεωργιάδου – Ηλ. Νικολακόπουλου, ο.π. σσ. 256-257.
[7] Σημειωτέον ότι η έρευνα αυτή αναφέρεται και σε ενήλικες Βλ. Ο.π. Πίνακας 1Α, σ. 278.
[8] Ο.π. Πίνακας 1Γ, σ. 278.
[9] Ευρωβαρόμετρο, τ. 51, Ιούλιος 1999, σ. β3-β4 & χ. 48, Μάρτιος 1998, σ. β4-β5, β27.
[10] Περ. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών τευχ. 69Α, 1988, σ. 131 και τευχ 75, 1990 σ. 124-125.
[11] Περ. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών τευχ. 92-93, Α-Β 1997, σ.263.
[12] Βλ. V-PRC …1997.
[13] Ο πίνακας προέρχεται από την αναδημοσίευση με σχόλια της έρευνας της V-PRC 1997 στο Περ. Δρώμενα, Νοέμβριος 1997 σ.13.
[14] Ι.Π.Κ. ΕΚΚΕ 2000, τόμος Α΄ σ. 100-102 και στο Παράρτημα Ι (της ίδιας έρευνας) Πίνακας 4.
[15] Βλ. στο Στ. Ζουμπουλάκη, «Ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη; Δοκίμιο για τη θρησκευτική δυνατότητα άθεης θρησκείας Εισαγωγή στο Ζ. Ντάνιελ, Ο Θεός είναι φανατικός; Δοκίμιο για τη θρησκευτική ανικανότητα του πιστεύειν, Πόλις Αθήνα 1998, σ. 38-39.
[16] Βλ. Στ. Ζουμπουλάκη ο.π. σ. 112-113.
Δείτε όλες τις δημοσιεύσεις του ιστοτόπου μας με αναφορά στην Αστική Ποιμαντική: εδώ